Morphologia Graeca. 2013.
ζαλώμενος — ζαλάω driving pres part mp masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ζαλώνω — ζαλώθηκα, ζαλωμένος, βλ. ζαλικώνω … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)